top of page

The Cross To Bear

Alexandre Gautier
Ο Σταυρός του Καθενός

Ο Γιώργος, με εφόδιο και φορτίο τον σταυρό του, σκαλίζει την πέτρα. Ήρθε στην Πάφο πριν από δώδεκα χρόνια, μετανάστης από τη Γεωργία, μετά από ένα πέρασμα στην Ελλάδα. Ο στόχος του ήταν να βρει μια δουλειά. Ο καημός του, όπως όλης της κοινότητάς του, ήταν να ριζώσει κάπου και να χτίσει μια εκκλησία, τόπο συνάθροισης για τους ζώντες συντοπίτες του, με ένα κοιμητήριο για να τιμούν και να μνημονεύουν τους τεθνεώτες. Μια εκκλησία κι ένα κοιμητήριο θα επέτρεπαν στον Γιώργο να λέει ότι εδώ είναι το σπίτι του.
Πριν από μερικά χρόνια, κάποιος ανάθεσε στον Γιώργο να χτίσει μια εκκλησία του αγίου Κοσμά του Αιτωλού στους Εργάτες, στη Λευκωσία. Ο Γιώργος δουλεύει με μεράκι, αξιοποιεί το ταλέντο, δίνει τον πιο καλό του εαυτό. Δουλεύει αφιλοκερδώς και στον ελεύθερο του χρόνο, τα Σάββατα, τις Κυριακές, τις αργίες, μαζί με τον ανιψιό του και με φίλους του. Χωρίς παράπονα, χωρίς δισταγμούς, πρόκειται για μια συλλογική προσπάθεια γεμάτη αγάπη.
Αλλά προτού προλάβει να τελειώσει την εκκλησία, ο Γιώργος έχει ένα ατύχημα με το αυτοκίνητο. Ήταν το κακό μάτι, ο φθονερός λογισμός, ο διάβολος ή η κακή του τύχη – ή όλα αυτά μαζί. Ως εκ θαύματος, ο Γιώργος βγαίνει από τα συντρίμμια σώος, αλλά όχι αβλαβής, και με ένα πρόβλημα στους σπονδύλους του αυχένα, αναγκάζεται να εγκαταλείψει την πέτρα και την εκκλησία – όχι όμως το εφόδιο και το φορτίο του, τον σταυρό του.
Ο Alexandre Gautier σκαλίζει το ξύλο. Ξυλουργός στο επάγγελμα, με πτυχίο και, κυρίως, πνεύμα καλλιτέχνη, σκαλίζει ένα σταυρό και μια εκκλησία πάνω στο ξύλο.
Στην εγκατάστασή του, ο Alexandre Gautier συνδυάζει με ευφάνταστο τρόπο την ξυλουργική κατασκευή στήριξης στέγης, ένα σαφές αρχιτεκτονικό στοιχείο που παραπέμπει στη διαδικασία ανέγερσης κτηρίων, με το σταυρό, κεντρικό θέμα στην αφήγηση και τη ζωή του Γιώργου. Τοποθετώντας στη βάση της κατασκευής του ένα μικρό σωρό από πέτρες (υλικό με το οποίο έχτισε τη ζωή του ο αφηγητής), ο καλλιτέχνης δημιουργεί μια εγκατάσταση βγαλμένη από την εικονογραφία της Σταύρωσης. Αντί για τον Εσταυρωμένο, πάνω στον σταυρό τοποθετεί ένα ξύλο στο οποίο είναι χαραγμένη μια εικόνα εκκλησίας. Έτσι χαράσσει το ξωκλήσι που έχτιζε ο Γιώργος, όπως το φαντάζεται. Το χαράσσει ατέλειωτο ή μισογκρεμισμένο, αλλά το σχεδιάζει ολόκληρο γιατί το ένα δεν αναιρεί το άλλο. Αυτό που έχει σημασία είναι ο σταυρός που κουβαλά ο καθένας και η εντιμότητα με την οποία τον κουβαλά. Η ατέλειωτη σκεπή της εκκλησίας, σχεδιασμένη με μολύβι, απαντά στην κορνίζα στήριξης στέγης και παραπέμπει στο ημιτελές του έργου, επικυρώνοντας όμως τη χειρονομία του οικοδόμου, είδος επικρότησης, καταξίωσης ή αποθέωσης. 
Η εγκατάσταση αυτή είναι μια χειρονομίας απόδοσης σεβασμού του καλλιτέχνη προς έναν ομότεχνό του και μια δήλωση ότι, όντως, μόνο τα έργα της αγάπης μένουν.

Giorgos has his cross to bear. It is at the same time his only supplies and his heavy load. His work is to carve the stone. He came to Pafos twelve years ago, as an immigrant from Georgia, after a long travel through Greece, in order to find a job. His longing, his own and his community’s, is to find a place he can call his home. And to do that, he must build a church. A church where his people could meet each other. And a cemetery where his people could visit their dead. Only then could he consider this place to be his home.
A few years ago, someone assigned to Giorgos to build a church in the name of Saint Cosmas of Aetolia at the village of Ergates in Nicosia. Giorgos puts all his talent and knowledge into it. He works without a fee and in his free time, on Saturdays, Sundays and holidays with his nephew and some friends. Without complaining, without hesitating, this is a collective effort driven by love.
However, before finishing the church, he barely escapes death in a car accident. It was the evil eye, the envious thoughts of others, the devil or just his bad luck - or all of the above. Safe but not sound, with a problem in his neck’s vertebrae, Giorgos is forced to abandon the stone work and the church – but not his cross, which he bears happily.
Alexandre Gautier carves wood. He is a professional carpenter, with a diploma and, most importantly, the spirit of an artist. He carves a cross and a church on wood.
In his installation, Alexandre Gautier combines in an imaginative way the wooden structure of a roof support, an architectural element that indicates the construction process, with the cross, a central theme in Giorgos’ narration and life. By adding a small pile of stones (the element upon which the narrator built his life) in the base of his structure, the artist creates an installation heavily influenced by the iconography of the Crucifixion. Instead of the Crucified, he places on the cross a piece of wood upon which he has carved the image of a church. He carves the church that Giorgos was building, as he imagines it. He carves it unfinished and in ruins, but superposes to the carving a pencil drawing of it completed, because the first case does not cancel the second. What matters is the cross one has to bear and the decency with which one does so. The unfinished roof of the church, drawn in pencil along with the carved image reflects the roof-supporting element of carpentry and indicates the unfinished work, validating, at the same time, the gesture of the builder, welcoming it and glorifying it.
The installation is a way of paying respect to a fellow craftsman and a declaration that only the works of love can endure in time.

Εγκατάσταση με χαρακτικό σε ξύλο, ξύλινη κατασκευή και πέτρες 
Installation with woodcut, wooden structure and stones

bottom of page